lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

δίνω στα νορβηγικά

Λέξη:
δίνω (Αριθμός των γραμμάτων: 4)
Λεξικό:
ελληνικά-νορβηγικά
Μεταφράσεις (17):
avkasta, betjene, blåse, ettergi, framføre, gi, la, overføre, overlate, presentere, skjenke, skåne, tilgi, tjene, unnskylde, utpeke, yte
Σχετικές λέξεις:
νορβηγικά δίνω, δίνω το παρών, δίνω το παρόν μου, δίνω συνώνυμα, δίνω πως κλίνεται, δίνω κλίση, δίνω στα νορβηγικά, avkasta στα ελληνικά
δίνω στα νορβηγικά