lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

δουκάτο στα φινλανδικά

Λέξη:
δουκάτο (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-φινλανδικά
Μεταφράσεις (1):
Σχετικές λέξεις:
φινλανδικά δουκάτο, δουκάτο των αθηνών, δουκάτο του λουξεμβούργου, δουκάτο της νάξου, δουκάτο της κορνουάλης, δουκάτο στο πικέρμι, δουκάτο στα φινλανδικά, herttuakunta στα ελληνικά
δουκάτο στα φινλανδικά