lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

δουκάτο στα τσεχική

Λέξη:
δουκάτο (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (2):
knížectví, vévodství
Σχετικές λέξεις:
τσεχική δουκάτο, δουκάτο των αθηνών, δουκάτο του λουξεμβούργου, δουκάτο της νάξου, δουκάτο της κορνουάλης, δουκάτο στο πικέρμι, δουκάτο στα τσεχική, knížectví στα ελληνικά
δουκάτο στα τσεχική