lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

είδος στα φινλανδικά

Λέξη:
είδος (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-φινλανδικά
Μεταφράσεις (19):
astunta, avu, keino, käynti, käytös, laatu, laji, luonne, luonto, menetelmä, muoti, muoto, suku, sukupuoli, sävellaji, tapa, tapaluokka, tyyli, tyyppi
Σχετικές λέξεις:
φινλανδικά είδος, είδος υπό εξαφάνιση, είδος μουσικής, είδος λόγου, είδος επιχείρησης, είδος εμπράγματου δικαιώματος 3, είδος στα φινλανδικά, astunta στα ελληνικά
είδος στα φινλανδικά