lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

είδος στα δανική

Λέξη:
είδος (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (26):
art, egenskab, facon, fremgangsmåde, gang, genre, kategori, kvalitet, køn, maner, manér, meddel, mere, metode, middel, mode, måde, mørke, natur, naturen, råd, slag, slags, sort, type, vis
Σχετικές λέξεις:
δανική είδος, είδος υπό εξαφάνιση, είδος μουσικής, είδος λόγου, είδος επιχείρησης, είδος εμπράγματου δικαιώματος 3, είδος στα δανική, art στα ελληνικά
είδος στα δανική