lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

καταγωγή στα φινλανδικά

Λέξη:
καταγωγή (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-φινλανδικά
Μεταφράσεις (2):
alkuperä, synty
Σχετικές λέξεις:
φινλανδικά καταγωγή, καταγωγή φουρέιρα, καταγωγή των ελλήνων, καταγωγή των ειδών, καταγωγή τσίπρα, καταγωγή τούρκων, καταγωγή στα φινλανδικά, alkuperä στα ελληνικά
καταγωγή στα φινλανδικά