lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

πετρέλαιο στα φινλανδικά

Λέξη:
πετρέλαιο (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-φινλανδικά
Μεταφράσεις (5):
öljy, paloöljy, petroli, märkä, visva
Σχετικές λέξεις:
φινλανδικά πετρέλαιο, πετρέλαιο στην ελλάδα, πετρέλαιο κίνησης τιμές, πετρέλαιο κίνησης, πετρέλαιο θέρμανσης τιμες, πετρέλαιο θέρμανσης επίδομα, πετρέλαιο στα φινλανδικά, öljy στα ελληνικά
πετρέλαιο στα φινλανδικά