lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

τρέχω στα φινλανδικά

Λέξη:
τρέχω (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-φινλανδικά
Μεταφράσεις (4):
kiitää, lentää, astella, metsästää
Σχετικές λέξεις:
φινλανδικά τρέχω, τρέχω συνώνυμα, τρέχω στα αρχαία, τρέχω ονειροκρίτης, τρέχω και δεν φτάνω, τρέχω για την κατερίνη 2013, τρέχω στα φινλανδικά, kiitää στα ελληνικά
τρέχω στα φινλανδικά