lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

τρέχω στα γερμανικά

Λέξη:
τρέχω (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (12):
fliegen, gejagt, gelaufen, jagen, laufen, nachlaufen, rasen, rennen, sausen, sprengen, treiben, zufliegen
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά τρέχω, τρέχω συνώνυμα, τρέχω στα αρχαία, τρέχω ονειροκρίτης, τρέχω και δεν φτάνω, τρέχω για την κατερίνη 2013, τρέχω στα γερμανικά, fliegen στα ελληνικά
τρέχω στα γερμανικά