lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ευρύχωρος στα αγγλικά

Λέξη:
ευρύχωρος (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-αγγλικά
Μεταφράσεις (13):
ample, baggy, big, broad, capacious, cavernous, comprehensive, extensive, loose, roomy, spacious, vast, wide
Σχετικές λέξεις:
αγγλικά ευρύχωρος, ευρύχωρος στα αγγλικά, ample στα ελληνικά
ευρύχωρος στα αγγλικά