lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ευρύχωρος στα ιταλικά

Λέξη:
ευρύχωρος (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-ιταλικά
Μεταφράσεις (6):
ampio, aperto, esteso, largo, vasto, spazioso
Σχετικές λέξεις:
ιταλικά ευρύχωρος, ευρύχωρος στα ιταλικά, ampio στα ελληνικά
ευρύχωρος στα ιταλικά