lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

καύσιμος στα αγγλικά

Λέξη:
καύσιμος (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-αγγλικά
Μεταφράσεις (2):
combustible, inflammable
Σχετικές λέξεις:
αγγλικά καύσιμος, καύσιμος στα αγγλικά, combustible στα ελληνικά
καύσιμος στα αγγλικά