lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μηχανικός στα βουλγαρικά

Λέξη:
μηχανικός (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-βουλγαρικά
Μεταφράσεις (2):
инженер, машинист
Σχετικές λέξεις:
βουλγαρικά μηχανικός, τεχνικός ασφαλείας, μηχανικός υπολογιστών, μηχανικός περιβάλλοντος εργασία, μηχανικός περιβάλλοντος, μηχανικός ορυκτών πόρων, μηχανικός στα βουλγαρικά, инженер στα ελληνικά
μηχανικός στα βουλγαρικά