lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μηχανικός στα δανική

Λέξη:
μηχανικός (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (6):
ingeniør, maskinist, tekniker, lokomotivfører, mekaniker, teknolog
Σχετικές λέξεις:
δανική μηχανικός, τεχνικός ασφαλείας, μηχανικός υπολογιστών, μηχανικός περιβάλλοντος εργασία, μηχανικός περιβάλλοντος, μηχανικός ορυκτών πόρων, μηχανικός στα δανική, ingeniør στα ελληνικά
μηχανικός στα δανική