lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

παλαιός στα βουλγαρικά

Λέξη:
παλαιός (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-βουλγαρικά
Μεταφράσεις (2):
античен, древен
Σχετικές λέξεις:
βουλγαρικά παλαιός, παλαιός των ημερών, παλαιός σιδηροδρομικός σταθμός δραπετσώνας, παλαιός παντελεήμονας καιρός, παλαιός παντελεήμονας διαμονή, παλαιός παντελεήμονας, παλαιός στα βουλγαρικά, античен στα ελληνικά
παλαιός στα βουλγαρικά