lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

παλαιός στα σουηδικά

Λέξη:
παλαιός (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-σουηδικά
Μεταφράσεις (8):
ålderdomlig, antik, antikvitet, föråldrad, förgången, forntida, förra, gammal
Σχετικές λέξεις:
σουηδικά παλαιός, παλαιός των ημερών, παλαιός σιδηροδρομικός σταθμός δραπετσώνας, παλαιός παντελεήμονας καιρός, παλαιός παντελεήμονας διαμονή, παλαιός παντελεήμονας, παλαιός στα σουηδικά, ålderdomlig στα ελληνικά
παλαιός στα σουηδικά