lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

όρος στα βουλγαρικά

Λέξη:
όρος (Αριθμός των γραμμάτων: 4)
Λεξικό:
ελληνικά-βουλγαρικά
Μεταφράσεις (4):
планина, срок, дума, слово
Σχετικές λέξεις:
βουλγαρικά όρος, όρος όθρυς, όρος τύμφη, όρος σινά, όρος ράσμορ, όρος πατέρας, όρος στα βουλγαρικά, планина στα ελληνικά
όρος στα βουλγαρικά