lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

όρος στα τσεχική

Λέξη:
όρος (Αριθμός των γραμμάτων: 4)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (27):
datum, doložka, heslo, hora, hornatý, horní, hořejšek, klauzule, kondice, lhůta, nahoru, náležitost, okolnost, podmínka, postavení, předpoklad, skupenství, slovo, stav, termín, ustanovení, vyjádření, vyšší, výjimka, výraz, úmluva, člen
Σχετικές λέξεις:
τσεχική όρος, όρος όθρυς, όρος τύμφη, όρος σινά, όρος ράσμορ, όρος πατέρας, όρος στα τσεχική, datum στα ελληνικά
όρος στα τσεχική