lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

πρήξιμο στα γαλλικά

Λέξη:
πρήξιμο (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-γαλλικά
Μεταφράσεις (11):
bosse, bouffissure, boursouflure, enflure, gonflement, hydropisie, intumescence, renflement, tumescence, tuméfaction, turgescence
Σχετικές λέξεις:
γαλλικά πρήξιμο, πρήξιμο στο γόνατο, πρήξιμο στην κοιλιά, πρήξιμο στα χείλη, πρήξιμο στα χέρια, πρήξιμο στα πόδια, πρήξιμο στα γαλλικά, bosse στα ελληνικά
πρήξιμο στα γαλλικά