lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

στρώμα στα γαλλικά

Λέξη:
στρώμα (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-γαλλικά
Μεταφράσεις (15):
compresse, couche, empierrement, femme, formation, gisement, gîte, matelas, placer, plate-forme, pont, région, sommier, strate, étage
Σχετικές λέξεις:
γαλλικά στρώμα, στρώμα ύπνου, στρώμα υπόστρωμα, στρώμα μωρού, στρώμα κούνιας, στρώμα καλαθούνας, στρώμα στα γαλλικά, compresse στα ελληνικά
στρώμα στα γαλλικά