lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

στρώμα στα δανική

Λέξη:
στρώμα (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (8):
madras, ballast, dæk, deck, dørk, forekomst, lag, sediment
Σχετικές λέξεις:
δανική στρώμα, στρώμα ύπνου, στρώμα υπόστρωμα, στρώμα μωρού, στρώμα κούνιας, στρώμα καλαθούνας, στρώμα στα δανική, madras στα ελληνικά
στρώμα στα δανική