lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

απόκτηση στα γερμανικά

Λέξη:
απόκτηση (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (13):
anschaffung, beschaffung, bezug, einkauf, einnahme, erobern, eroberung, errungenschaft, erwerb, erwerbung, fang, kauf, vermögen
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά απόκτηση, απόκτηση φοιτητικού πάσου, απόκτηση συνώνυμο, απόκτηση πτυχίου κυβερνήτη τουριστικών θαλαμηγών, απόκτηση πασο, απόκτηση κλειδάριθμου, απόκτηση στα γερμανικά, anschaffung στα ελληνικά
απόκτηση στα γερμανικά