lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

απόκτηση στα ουγγρική

Λέξη:
απόκτηση (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (7):
szerzemény, vagyon, vásárlás, akvizíció, beszerzés, meghódítás, vívmány
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική απόκτηση, απόκτηση φοιτητικού πάσου, απόκτηση συνώνυμο, απόκτηση πτυχίου κυβερνήτη τουριστικών θαλαμηγών, απόκτηση πασο, απόκτηση κλειδάριθμου, απόκτηση στα ουγγρική, szerzemény στα ελληνικά
απόκτηση στα ουγγρική