lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

απόκτηση στα πορτογαλικά

Λέξη:
απόκτηση (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (12):
acaso, aquisição, captura, caudal, compra, conquista, destino, felicidade, fortuna, presa, sina, sorte
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά απόκτηση, απόκτηση φοιτητικού πάσου, απόκτηση συνώνυμο, απόκτηση πτυχίου κυβερνήτη τουριστικών θαλαμηγών, απόκτηση πασο, απόκτηση κλειδάριθμου, απόκτηση στα πορτογαλικά, acaso στα ελληνικά
απόκτηση στα πορτογαλικά