lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

απόκτηση στα τσεχική

Λέξη:
απόκτηση (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (25):
akvizice, bohatství, chycení, dobytí, dosažení, jmění, koupě, kořist, kup, kupování, majetek, nabytí, nákup, opatření, ovládnutí, pořízení, přírůstek, vymoženost, výboj, výdobytek, zachytit, zajmout, zisk, získání, úlovek
Σχετικές λέξεις:
τσεχική απόκτηση, απόκτηση φοιτητικού πάσου, απόκτηση συνώνυμο, απόκτηση πτυχίου κυβερνήτη τουριστικών θαλαμηγών, απόκτηση πασο, απόκτηση κλειδάριθμου, απόκτηση στα τσεχική, akvizice στα ελληνικά
απόκτηση στα τσεχική