lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αυθεντία στα γερμανικά

Λέξη:
αυθεντία (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (16):
autorität, berechtigung, bevollmächtigung, dominanz, energie, ermächtigung, gewalt, herrschaft, kontrolle, kraft, macht, oberherrschaft, potenz, regierung, vermögen, vorherrschaft
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά αυθεντία, αυθεντία ως τεκμήριο, αυθεντία του κράτουσ δικαίου, αυθεντία συνώνυμο, αυθεντία συνωνυμο, αυθεντία στα αγγλικα, αυθεντία στα γερμανικά, autorität στα ελληνικά
αυθεντία στα γερμανικά