lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αυθεντία στα νορβηγικά

Λέξη:
αυθεντία (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-νορβηγικά
Μεταφράσεις (10):
autorisasjon, autoritet, mandat, myndighet, respekt, kraft, makt, øvrighet, regjering, velde
Σχετικές λέξεις:
νορβηγικά αυθεντία, αυθεντία ως τεκμήριο, αυθεντία του κράτουσ δικαίου, αυθεντία συνώνυμο, αυθεντία συνωνυμο, αυθεντία στα αγγλικα, αυθεντία στα νορβηγικά, autorisasjon στα ελληνικά
αυθεντία στα νορβηγικά