lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

επιφέρω στα γερμανικά

Λέξη:
επιφέρω (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (5):
bewirken, bringen, hervorrufen, provozieren, verursachen
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά επιφέρω, επιφέρω τι σημαινει, επιφέρω συνώνυμο, επιφέρω στα αγγλικά, επιφέρω μετάφραση, επιφέρω λεξικό, επιφέρω στα γερμανικά, bewirken στα ελληνικά
επιφέρω στα γερμανικά