lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

επιφέρω στα τσεχική

Λέξη:
επιφέρω (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (18):
dát, hecovat, plodit, podnítit, provokovat, předvést, přinášet, působit, rodit, svádět, vydat, vyprovokovat, vyvolat, vyvolávat, vyzvat, vyzývat, zplodit, způsobit
Σχετικές λέξεις:
τσεχική επιφέρω, επιφέρω τι σημαινει, επιφέρω συνώνυμο, επιφέρω στα αγγλικά, επιφέρω μετάφραση, επιφέρω λεξικό, επιφέρω στα τσεχική, dát στα ελληνικά
επιφέρω στα τσεχική