lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

φρενάρω στα γερμανικά

Λέξη:
φρενάρω (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (5):
beherrschen, bremsen, hemmen, unterdrücken, zügeln
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά φρενάρω, φρενάρω συνώνυμο, φρενάρω συνώνυμα, φρενάρω μεταφραση, φρενάρω αγγλικά, φρενάρω στα γερμανικά, beherrschen στα ελληνικά
φρενάρω στα γερμανικά