lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

φρενάρω στα ιταλικά

Λέξη:
φρενάρω (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-ιταλικά
Μεταφράσεις (6):
arginare, frenare, impedire, inibire, ostacolare, temperare
Σχετικές λέξεις:
ιταλικά φρενάρω, φρενάρω συνώνυμο, φρενάρω συνώνυμα, φρενάρω μεταφραση, φρενάρω αγγλικά, φρενάρω στα ιταλικά, arginare στα ελληνικά
φρενάρω στα ιταλικά