lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ανέχομαι στα δανική

Λέξη:
ανέχομαι (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (6):
bære, lide, lidelse, pine, smerte, tåle
Σχετικές λέξεις:
δανική ανέχομαι, δεν ανέχομαι, ανέχομαι σημασια, ανέχομαι κλιση, ανέχομαι ετυμολογία, ανέχομαι αρχικοι χρονοι, ανέχομαι στα δανική, bære στα ελληνικά
ανέχομαι στα δανική