lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κλίνω στα δανική

Λέξη:
κλίνω (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (2):
bøye, forandre
Σχετικές λέξεις:
δανική κλίνω, κλίνω το ρήμα πλένομαι, κλίνω το ρήμα κινούμαι, κλίνω το ρήμα καταβάλλω, κλίνω το ρήμα κάθομαι, κλίνω το ρήμα είμαι, κλίνω στα δανική, bøye στα ελληνικά
κλίνω στα δανική