lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κλειδαριά στα δανική

Λέξη:
κλειδαριά (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (6):
borg, lås, slot, slotte, låse, lukke
Σχετικές λέξεις:
δανική κλειδαριά, κλειδαριά τιμονιού, κλειδαριά ποδηλάτου, κλειδαριά μεσόπορτας, κλειδαριά κυλίνδρου, κλειδαριά καμαρόπορτας, κλειδαριά στα δανική, borg στα ελληνικά
κλειδαριά στα δανική