lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

πληγώνω στα δανική

Λέξη:
πληγώνω (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (2):
krænke, såre
Σχετικές λέξεις:
δανική πληγώνω, πληγώνω συνωνυμα, πληγώνω γαλλικά, πληγώνω στα δανική, krænke στα ελληνικά
πληγώνω στα δανική