lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

πληγώνω στα τσεχική

Λέξη:
πληγώνω (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (13):
komolit, mrzačit, poranit, posekat, poškodit, ranit, ublížit, urazit, zkomolit, zmrzačit, znetvořit, zohavit, zranit
Σχετικές λέξεις:
τσεχική πληγώνω, πληγώνω συνωνυμα, πληγώνω γαλλικά, πληγώνω στα τσεχική, komolit στα ελληνικά
πληγώνω στα τσεχική