lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

σοκάκι στα δανική

Λέξη:
σοκάκι (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (2):
grind, stræde
Σχετικές λέξεις:
δανική σοκάκι, το σοκάκι, σοκάκι χερσονησος, σοκάκι συνώνυμα, σοκάκι ναύπλιο, σοκάκι καρπενήσι, σοκάκι στα δανική, grind στα ελληνικά
σοκάκι στα δανική