lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

σοκάκι στα ουγγρική

Λέξη:
σοκάκι (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (2):
köz, sikátor
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική σοκάκι, το σοκάκι, σοκάκι χερσονησος, σοκάκι συνώνυμα, σοκάκι ναύπλιο, σοκάκι καρπενήσι, σοκάκι στα ουγγρική, köz στα ελληνικά
σοκάκι στα ουγγρική