lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

σωρός στα δανική

Λέξη:
σωρός (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (9):
bunke, dynge, høg, hop, trave, pøle, stabel, bål, stank
Σχετικές λέξεις:
δανική σωρός, σωρός τάσσου παπαδόπουλου, σωρός σύμπλεγμα των εχινάδων, σωρός σορός, σωρός μαρούσι, σωρός εχινάδων, σωρός στα δανική, bunke στα ελληνικά
σωρός στα δανική