lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

τραβώ στα δανική

Λέξη:
τραβώ (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (17):
dia, die, drag, dragning, hale, nappe, patte, rive, ruske, rykke, rykning, spile, suge, sutte, tiltrække, trekke, trække
Σχετικές λέξεις:
δανική τραβώ, τραβώ перевод, τραβώ συνώνυμο, τραβώ συνώνυμα, τραβώ κλιση, τραβώ καπνό φυσώ καπνό, τραβώ στα δανική, dia στα ελληνικά
τραβώ στα δανική