lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

τραβώ στα πορτογαλικά

Λέξη:
τραβώ (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (14):
atraem, atrair, chupar, dilacerar, engodar, mamar, puxar, rasgar, rasgo, romper, sacar, sugar, tirar, torturar
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά τραβώ, τραβώ перевод, τραβώ συνώνυμο, τραβώ συνώνυμα, τραβώ κλιση, τραβώ καπνό φυσώ καπνό, τραβώ στα πορτογαλικά, atraem στα ελληνικά
τραβώ στα πορτογαλικά