lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

τραβώ στα ρωσικά

Λέξη:
τραβώ (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-ρωσικά
Μεταφράσεις (17):
всасывать, вытягивать, дергать, дрыгать, дёргать, извлекать, отрывать, потягивание, потягивать, привлекать, притягивать, простирать, протягивать, рвать, сосать, терзать, тянуть
Σχετικές λέξεις:
ρωσικά τραβώ, τραβώ перевод, τραβώ συνώνυμο, τραβώ συνώνυμα, τραβώ κλιση, τραβώ καπνό φυσώ καπνό, τραβώ στα ρωσικά, всасывать στα ελληνικά
τραβώ στα ρωσικά