lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

υπάλληλος στα δανική

Λέξη:
υπάλληλος (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (4):
embedsmand, kontorist, officer, polish
Σχετικές λέξεις:
δανική υπάλληλος, υπάλληλος υποδοχής, υπάλληλος τουριστικού γραφείου, υπάλληλος δικηγορικου συλλόγου, υπάλληλος δήμου θήρας, υπάλληλος γραφείου στα αγγλικά, υπάλληλος στα δανική, embedsmand στα ελληνικά
υπάλληλος στα δανική