lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

υπάλληλος στα γερμανικά

Λέξη:
υπάλληλος (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (6):
angestellte, angestellter, beamte, beamter, offizier, polizist
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά υπάλληλος, υπάλληλος υποδοχής, υπάλληλος τουριστικού γραφείου, υπάλληλος δικηγορικου συλλόγου, υπάλληλος δήμου θήρας, υπάλληλος γραφείου στα αγγλικά, υπάλληλος στα γερμανικά, angestellte στα ελληνικά
υπάλληλος στα γερμανικά