lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

παίρνω στα ισπανικά

Λέξη:
παίρνω (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-ισπανικά
Μεταφράσεις (22):
acceder, aceptar, admitir, agarrar, apañar, asumir, casarse, cobrar, coger, conseguir, dedicarse, obtener, ocupar, ocuparse, percibir, poner, quitar, recaudar, recibir, retirar, sacar, tomar
Σχετικές λέξεις:
ισπανικά παίρνω, παίρνω των ομματιών μου, παίρνω το κολάι, παίρνω την ευθύνη στίχοι, παίρνω την ευθύνη, παίρνω συνώνυμα, παίρνω στα ισπανικά, acceder στα ελληνικά
παίρνω στα ισπανικά