lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μπαίνω στα ιταλικά

Λέξη:
μπαίνω (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-ιταλικά
Μεταφράσεις (3):
entrare, imboccare, salire
Σχετικές λέξεις:
ιταλικά μπαίνω, παίρνω κλίση, μπαίνω συνώνυμα, μπαίνω στον μήνα μου, μπαίνω προστακτική ενεστώτα, μπαίνω προστακτική, μπαίνω στα ιταλικά, entrare στα ελληνικά
μπαίνω στα ιταλικά