lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αδύναμος στα γερμανικά

Λέξη:
αδύναμος (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (15):
blass, brüchig, fein, flau, gebrechlich, heikel, hinfällig, kraftlos, matt, schmächtig, schwach, schwächlich, zart, zerbrechlich, zierlich
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά αδύναμος, αδύνατος τύπος προσωπικής αντωνυμίας, αδύνατος συνώνυμο, αδύναμοσ κρίκοσ, αδύναμος χαρακτήρας, αδύναμος συνώνυμα, αδύναμος στα γερμανικά, blass στα ελληνικά
αδύναμος στα γερμανικά