lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: κηπουρική

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
gardening, horticulture
κηπουρική
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
zahradnictví, zahradničení, zahrádkářství
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
gartenbau, gartenbaum, gärtnerei
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
havebrug
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
horticultura, jardinería
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
horticulture, jardinage
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
giardinaggio
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
hagearbeid, hagebruk
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
огородничество, садоводство
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
градинарство
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
садаводства, садоўніцтва
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
kertészet, kertészkedés
Λεξικό:
λιθουανική
Μεταφράσεις:
sodininkystė
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
horticultura
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
садівництво
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
ogrodnictwo

Σχετικές λέξεις

κηπουρική για όλους, κηπουρική για παιδιά, κηπουρική περιοδικό, κηπουρική για αρχάριουσ, κηπουρική τον φεβρουάριο, κηπουρική στο μπαλκόνι, κηπουρική συμβουλές, κηπουρική το φθινόπωρο, κηπουρική λέσχη ελλάδος, κηπουρική τον μάρτιο