lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ακαταστασία στα λευκορωσίας

Λέξη:
ακαταστασία (Αριθμός των γραμμάτων: 11)
Λεξικό:
ελληνικά-λευκορωσίας
Μεταφράσεις (3):
беспарадак, парушэнне, мітусня
Σχετικές λέξεις:
λευκορωσίας ακαταστασία, ακαταστασία συνώνυμο, ακαταστασία συνώνυμα, ακαταστασία στο σπίτι, ακαταστασία ονειροκρίτης, ακαταστασία αγγλικά, ακαταστασία στα λευκορωσίας, беспарадак στα ελληνικά
ακαταστασία στα λευκορωσίας