lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μοναδικός στα λιθουανική

Λέξη:
μοναδικός (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-λιθουανική
Μεταφράσεις (3):
vienas, vienintelis, vienišas
Σχετικές λέξεις:
λιθουανική μοναδικός, μοναδικόσ αριθμόσ σταθμού, μοναδικός συνώνυμο, μοναδικός συνώνυμα, μοναδικός συντελεστής καθαρού κέρδους μηχανικών, μοναδικός συντελεστής καθαρού κέρδους, μοναδικός στα λιθουανική, vienas στα ελληνικά
μοναδικός στα λιθουανική